γράφει ο Άκης κουστουλίδης
Η δύναμη του χρήματος
Δεν
πρόλαβε η υλική μου ύπαρξη να κλείσει τα δεκαέξι της μετρημένα χρόνια
πάνω στο κόσμο και το πιλοτήριο έκανε την ζωή μου μια μικρή κόλαση.
Άνοιξε την φυλακή και έβαλε όλα τα εφόδια με την ψυχή μου μαζί και τα
κλείδωσε σαν να τα τιμωρούσε για όλες τις πληγές που είχε η καρδιά.
Αποφάσισε πως το μοναδικό λιμάνι που θα μπορούσε να επουλώσει τις πληγές
της καρδιάς ήταν αυτό της ψευδαίσθησης.
Έπρεπε να βρει τρόπους για να μπαίνει μέσα στο λιμάνι και να αγοράζει το μαγικό βότανο όπως το έλεγε. Η ψυχή μου έλπιζε μόνο σε ένα θαύμα και τα θαύματα σε κείνο το καταραμένο λιμάνι δεν γινότανε συχνά. Σώπασε και χάθηκε μέσα στην φυλακή περιμένοντας την στιγμή που θα ξαναγεννηθεί. Αυτό που δεν προνόησε το πιλοτήριο ήταν που άφησε ένα μικρό παραθυράκι της φυλακής ανοιχτό. Από εκεί η ψυχή μου μπορούσε να δει το λιμάνι του ονείρου της έστω και από μακριά. Στεκότανε εκεί νεόχτιστο και δυνατό περιμένοντας και αυτό την στιγμή για να ζωντανέψει.
Έπρεπε να βρει τρόπους για να μπαίνει μέσα στο λιμάνι και να αγοράζει το μαγικό βότανο όπως το έλεγε. Η ψυχή μου έλπιζε μόνο σε ένα θαύμα και τα θαύματα σε κείνο το καταραμένο λιμάνι δεν γινότανε συχνά. Σώπασε και χάθηκε μέσα στην φυλακή περιμένοντας την στιγμή που θα ξαναγεννηθεί. Αυτό που δεν προνόησε το πιλοτήριο ήταν που άφησε ένα μικρό παραθυράκι της φυλακής ανοιχτό. Από εκεί η ψυχή μου μπορούσε να δει το λιμάνι του ονείρου της έστω και από μακριά. Στεκότανε εκεί νεόχτιστο και δυνατό περιμένοντας και αυτό την στιγμή για να ζωντανέψει.
Το
πιλοτήριο απέκτησε την κοινή λογική του υλικού κόσμου και έκρυβε όλη
την αλήθεια κάτω από ψέματα και θεωρίες του χάους που το μόνο που
καταφέρνανε να του δώσουν ήταν άλλη μια δικαιολογία για να μπει στο
λιμάνι της ψευδαίσθησης.
Κάτω
από την κοινή λογική το πιλοτήριο βρήκε την πιο λογική λύση για να έχει
τα χρήματα που θα του δίνανε το καθημερινό εισιτήριο για τον ίδιο τον
θάνατο. Πήγε στο λιμάνι της οικογένειας και συμφώνησε με τον πατέρα της
ψυχής μου να δουλέψουν μαζί στην ίδια δουλειά. Φαινότανε πολύ λογικό και
πολύ αποδεχτό από όλους. Φαινότανε πως θα ήτανε μέλος της οικογένειας
και μάλιστα χωρίς καν να αναφερθούν στις πληγές που είχαν όλοι από τις
μάχες. Έγινε μια συμφωνία χωρίς να πει κανένας τίποτα, χωρίς να
ανταλλάξουνε έστω μια απλή συγγνώμη, έγινε η πιο μεγάλη ανταλλαγή
αγάπης. Πούλησε το πιλοτήριο όλη την αγάπη που διεκδικούσε η ψυχή μου με
αντάλλαγμα να έχει χρήματα για τον θάνατο.
Απέκτησε
την μεγαλύτερη ελευθερία που θα φυλάκιζε την ολότητά μου και θα την
οδηγούσε στον θάνατο. Απέκτησε την μεγαλύτερη ψευδαίσθηση ακόμη και από
αυτήν
του υγρού η όποια ήταν είναι και θα είναι η εξουσία του χρήματος. Η
ψεύτικη δύναμη που αποκτά κάποια μορφή νομίζοντας πως όλα μα όλα
αγοράζονται και πουλιούνται. Ίσως όλα να αγοράζονται έκτος από ένα και
αυτό δεν είναι άλλο από την ίδια την ψυχή. Αυτή δεν μπαίνει σε κανένα
παζάρι και δεν έχει τιμή. Καταραμένος είναι δε αυτός που θα προσπαθήσει
να την πουλήσει.
Το
πιλοτήριο μου ήδη έκανε την προσπάθεια να πουλήσει την ψυχή μου και η
κατάρα που εξαργύρωσε δεν μπόρεσε να την δει ούτε να την υποψιαστεί.
Απλά την πήρε μαζί με την κοινή λογική και κρύφτηκε μέσα στο λιμάνι της
ψευδαίσθησης.
Η
κόλαση μεγάλωνε και ο θάνατος παραμόνευε σε κάθε γωνιά του ποταμού σε
κάθε ένα επόμενο βότανο σε κάθε ένα επόμενο ποτήρι από το υγρό της
αμαρτίας. Οι μάχες στο λιμάνι της οικογένειας πλέον είχαν και ένα
καινούργιο πολεμιστή που αυτός πολεμούσε μόνο για να σκοτώσει την ψυχή
του. Αυτός ο πολεμιστής είχε την δική μου υλική μορφή. Ήταν ο πολεμιστής
που προσπαθούσε με κάθε δυνατό τρόπο να ξεριζώσει από μέσα του την ψυχή
του. Το μοναδικό που κατάφερνε ήταν να σκοτώνει και την πιο μικρή
οπτασία αγάπης που εμφανιζότανε μπροστά του. Πολεμούσε με τόσο μίσος την
αγάπη που τυφλώθηκε τόσο πολύ που δεν έβλεπε ότι πολεμάει τον ίδιο του
τον εαυτό, πως αυτοκτονούσε με ένα βασανιστικό επώδυνο και σίγουρο
τρόπο. Τα βότανα και τα υγρά της αμαρτίας έχουν πάρει αμέτρητες ψυχές
και άλλες τόσες περιμένουν με το εισιτήριο στο χέρι για να είναι οι
επόμενες.
Το
παράδοξο με το πιλοτήριο ήταν ότι ενώ ήταν πάρα πολύ έξυπνο και είχε
τεράστιες δυνατότητες είχε τυφλωθεί από την δύναμη του χρήματος τόσο
πολύ που νόμιζε ότι μπορεί να τα βάλει και με τον θάνατο.
Δεν
έβλεπε ότι ο θάνατος ήταν παρόν στο κάθε του βήμα και την κάθε του
πράξη την όριζε μονάχα αυτός. Ήταν αχόρταγα διψασμένος για κάτι ψυχές
σαν και την δικιά μου. Ήταν κάτι σαν του θανάτου η λιχουδιά γιατί ήξερε
πως μόνο αυτές οι ψυχές μπορούν να εναντιωθούν μαζί του και να κερδίσουν
την αιώνια αγάπη που θα βασιλεύει και μετά που θα πεθάνουν τα κορμιά
τους, που θα μπορούν να ζουν αιώνια στον κόσμο όπου ο θάνατος είναι
ανεπιθύμητος.
Τα μετρημένα χρόνια περνούσανε και το μόνο διαφορετικό ήταν η ολοένα και πιο μεγάλη κόλαση που δημιουργούσε το πιλοτήριο μου.
Οι μάχες ήταν πλέον σώμα με σώμα με οποιονδήποτε έμπαινε εμπόδιο ανάμεσα στο πιλοτήριο μου και στο λιμάνι της ψευδαίσθησης.
Ήδη
είχε αρχίσει η κατάρα να εμφανίζεται προδικάζοντας ένα μοιραίο τέλος.
Οι πρώτες ηθικές αρχές έπεσαν μπροστά σε ένα ακόμη εισιτήριο και οι
ένοχες άρχισαν να γεμίζουν την καρδιά μου και το πιλοτήριο όλο και πιο
πολλές μετρημένες ώρες περνούσε μέσα στο λιμάνι της ψευδαίσθησης και όλο
και πιο πολύ τα χρήματα του θολώνανε την όραση. Πλέον το μοναδικό που
έβλεπε ήταν ένα εισιτήριο όσο και αν κοστίζει ότι και αν χρειαστεί να
πουλήσει. Νόμιζε πως το χρήμα ήταν ο απόλυτος κυρίαρχος και το μοναδικό
μέσο για να επουλωθούν όλες οι πληγές της καρδιάς. Μιας καρδιάς που
τελικά έγινε όμηρος της ίδιας της της επιλογής να χτυπήσει σε λάθος
λιμάνι και να συμμαχήσει με λάθος μεριά της ύπαρξής της. Παρακαλούσε
κάθε μέρα να είχε την δύναμη να γυρίσει τον μετρημένο χρόνο πίσω και να
μην χτυπούσε ποτέ μπροστά σ' αυτήν την κατάρα. Ήταν η σειρά της μετά από
την ψυχή μου και την ζωή της να πέσει και αυτή στην ατελείωτη σιωπή και
να μπει και αυτή στο ίδιο κελί. Έκλαιγε κάθε φορά που έβλεπε από το
ίδιο παραθυράκι της φυλακής το λιμάνι του ονείρου της ψυχής μου και την
κόλαση να στέκουν μπροστά της. Δεν ήθελε ποτέ ξανά να χτυπήσει για άλλο
λιμάνι. Ήθελε ένα γρήγορο τέλος μα όσο το πιλοτήριό μου έβρισκε χρήματα η
κόλαση μεγάλωνε και το τέλος γινότανε πιο βασανιστικό.
Έτσι
οι τρεις μεριές της ύπαρξής μου κλειστήκανε στην φυλακή του πιλοτηρίου
μου και η υλική μορφή φυλακίστηκε από το ίδιο μου το πιλοτήριο μέσα στο
λιμάνι της ψευδαίσθησης.
Το
πιλοτήριο άρχισε και αυτό να σιωπά αλλά την κόλαση δεν την άλλαζε με
κανέναν χτύπο της καρδιάς με καμιά ελευθέρωση της ψυχής. Οδηγούσε μόνο
του τυφλωμένο και αλαζονικά καλυμμένο με την δύναμη του χρήματος όλη μου
την ύπαρξη σε βέβαιο θάνατο.
Το μόνο που έλπιζε η ψυχή μου πλέον ήταν ή σε έναν χτύπο της καρδιάς ή σε ένα γρήγορο τέλος......
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου